Στο φύλλο της περασμένης Τρίτης, το άρθρο μας για τις εξελίξεις στην πάλαι ποτέ «Ελβετία της Μέσης Ανατολής» είχε τίτλο: «Στο χείλος της κατάρρευσης ο Λίβανος». Αφορμή για τους δραματικούς τόνους είχε σταθεί η παραίτηση του υπουργού Εξωτερικών Νασίφ Χίτι, ο οποίος παρομοίασε τη χώρα του με «σκάφος που βυθίζεται», στιγματίζοντας την ανικανότητα των πολιτικών ηγετών να αντιμετωπίσουν την ήδη εφιαλτική οικονομική και κοινωνική κρίση.
Λίγες ώρες αργότερα, ακόμη και αυτές οι ακραία δυσοίωνες εκτιμήσεις είχαν ξεπεραστεί από την πραγματικότητα. Υστερα από την εκατόμβη και τις τεράστιες καταστροφές που προκάλεσε η έκρηξη 2.750 τόνων νιτρικού αμμωνίου στο λιμάνι της Βηρυτού, ο Λίβανος δεν βρισκόταν πλέον στο χείλος της κατάρρευσης, αλλά σε ελεύθερη πτώση προς την κόλαση. Ούτε στα χρόνια του παρατεταμένου εμφυλίου πολέμου (1975-1990), οι κάτοικοι της πρωτεύουσας, τα πάθη των οποίων ταξίδεψαν σε όλο τον κόσμο με τη φωνή της θρυλικής Φεϊρούζ, δεν γνώρισαν μια τόσο μαύρη μέρα.
Οι εικασίες των πρώτων ωρών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης περί πλήγματος του Ισραήλ ή δολιοφθοράς της Χεζμπλολάχ, όπως και η ανεύθυνη, ως συνήθως, τοποθέτηση Τραμπ περί τρομοκρατικής επίθεσης αγνώστων λοιπών στοιχείων, δεν επιβεβαιώθηκαν. Η πραγματικότητα φαίνεται να είναι πιο πεζή, χωρίς αυτό να ελαφρύνει στο ελάχιστο την οδύνη των Λιβανέζων. Σε πρώτη ματιά, θα έλεγε κανείς ότι επρόκειτο για ένα ακόμη πολύνεκρο ατύχημα λόγω ανάφλεξης της επικίνδυνης χημικής ουσίας, σαν κι αυτά που συνέβησαν τις δύο πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας στην Τουλούζη της Γαλλίας, στο Γουέικο του Τέξας και στο Τιαντζίν της Κίνας.
Μόνο που ο Λίβανος δεν είναι ούτε Γαλλία, ούτε ΗΠΑ, ούτε Κίνα. Οι πολίτες της χώρας, που είχαν κατακλύσει τους δρόμους της Βηρυτού και άλλων πόλεων το φθινόπωρο του 2019, αγανακτισμένοι για τον αφανισμό των καταθέσεών τους, τον καλπάζοντα πληθωρισμό και την ενδημική διαφθορά, ήταν πυρ και μανία με τους κρατικούς αξιωματούχους που επέτρεψαν επί έξι ολόκληρα χρόνια να κάθεται το κέντρο της Βηρυτού πάνω σε μια ωρολογιακή βόμβα χιλιάδων τόνων εκρηκτικών. Υπό αυτές τις συνθήκες, η έκρηξη της Τρίτης δεν ήταν απλά ένα ατύχημα, αλλά η στιγμή της αλήθειας για την πολιτική τάξη του Λιβάνου, κάτι ανάλογο με το Τσερνόμπιλ, οιωνό επικείμενης κατάρρευσης για το ετοιμόρροπο οικοδόμημα Σοβιετικής Ενωσης.
Η κακοδαιμονία του Λιβάνου εγγράφεται στη ληξιαρχική πράξη γέννησής του ως προτεκτοράτου της Γαλλίας με απόφαση της Κοινωνίας των Εθνών πριν από έναν αιώνα. Μετά την ανεξαρτησία του, το 1943, κληρονόμησε από τους Γάλλους κηδεμόνες του ένα καθεστώς που κατατεμάχιζε την εξουσία σε τιμάρια, διανεμημένα στο μωσαϊκό των διάφορων θρησκευτικών ομάδων και φατριών. Χριστιανός μαρωνίτης ο πρόεδρος, σουνίτης ο πρωθυπουργός, σιίτης ο πρόεδρος της Βουλής και πάει λέγοντας. Υποτίθεται ότι στόχος ήταν η αρμονική συμβίωση των διαφόρων ομάδων σε ένα πλουραλιστικό κράτος – ανομολόγητα δε και η νομή σφαιρών επιρροής στα εσωτερικά του Λιβάνου, κυρίως μεταξύ Γαλλίας και Συρίας. Στην πορεία του χρόνου, όμως, το σύστημα εκφυλίστηκε σε ένα πελατειακό κράτος, όπου φατρίες και πολέμαρχοι μοιράζονταν εν είδει καρτέλ τα πάντα, από την κυβέρνηση και τον στρατό μέχρι το λιμάνι της Βηρυτού, τις τράπεζες και τη δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού, από την οποία προέρχεται σήμερα το 40% ολόκληρου του κρατικού χρέους.
Αν και ο πολυετής εμφύλιος έδειξε περίτρανα την εξάντληση αυτού του μοντέλου, το «δογματικό», όπως το λένε, πολιτικό σύστημα επιβίωσε με οριακές αλλαγές βάσει των ειρηνευτικών συμφωνιών του Ταίφ, το 1989. Οι παλιοί πολέμαρχοι άλλαξαν τις στολές παραλλαγής με κουστούμια πολιτικών και η ζωή συνεχίστηκε στους ίδιους ρυθμούς. Ωστόσο η ρήξη ανάμεσα στο Παρίσι και τη Δαμασκό μετά τη δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι, το 2005, η διεθνής οικονομική κρίση του 2008, ο εμφύλιος της Συρίας και η μαζική είσοδος προσφύγων έφεραν το απαρχαιωμένο, πελατειακό μοντέλο στα όρια της αντοχής του. Λεηλατημένες από τις φαμίλιες των ολιγαρχών, οι τράπεζες κατέρρευσαν, το εθνικό νόμισμα έχασε το 80% της αξίας του, το 50% του πληθυσμού έπεσε κάτω από το όριο της φτώχιας, τα μπλακ άουτ έγιναν καθημερινή υπόθεση, τα σκουπίδια γίνονταν βουνά στους δρόμους. Στις αρχές Μαρτίου, η χώρα χρεοκόπησε και βρέθηκε στο έλεος του ΔΝΤ.
Οι μεγάλες δυνάμεις της Δύσης και οι περιφερειακοί παίκτες δεν είναι άμοιροι ευθυνών. Η Σαουδική Αραβία και τα άλλα πλούσια αραβικά κράτη του Κόλπου διέκοψαν κάθε οικονομική βοήθεια στον Λίβανο λόγω του ισχυρού ρόλου της φιλοϊρανικής Χεζμπολάχ στη σημερινή κυβέρνηση του Χασάν Ντιάμπ. Οι Αμερικανοί στραγγάλισαν λιβανέζικες επιχειρήσεις που έχουν δοσοληψίες με τη Συρία μέσω του πρόσφατου νόμου Caesar, τη στιγμή κατά την οποία η χώρα πνιγόταν μέσα στα χρέη της. Στο σύνολό τους, οι Δυτικοί έθεταν ως όρο για βοήθεια του ΔΝΤ επώδυνες οικονομικές, αλλά και πολιτικές αλλαγές – συμπεριλαμβανομένου του αφοπλισμού και εξοστρακισμού της Χεζμπολάχ, του βασικού πολιτικού εκπροσώπου των σιιτών, που έχει μεγαλύτερη ισχύ από τον ίδιο τον στρατό του Λιβάνου, κάτι που θα οδηγούσε, πιθανότατα, σε νέο εμφύλιο πόλεμο.
Κλίμα εξέγερσης
Είναι δύσκολο να συλλάβει κανείς τις επιπτώσεις της έκρηξης στη Βηρυτό. Υπολογίζεται ότι περίπου 300.000 άνθρωποι έμειναν άστεγοι. Η χώρα έμεινε με αποθέματα σιτηρών μόνο ενός μήνα, δηλαδή κινδυνεύει άμεσα από πείνα, καθώς η έκρηξη κατέστρεψε τη μεγαλύτερη αποθήκη σιτηρών. Ο Λίβανος εισάγει το 80% των αγαθών που καταναλώνει και από αυτά, το 60% έμπαινε στη χώρα από το λιμάνι της Βηρυτού, που θα μείνει για μήνες εκτός λειτουργίας. Ο μεγάλος συνωστισμός στα νοσοκομεία και τις κηδείες έχει ήδη προκαλέσει ένα δεύτερο κύμα της COVID-19, που μπορεί να προκαλέσει περισσότερους νεκρούς από την ίδια την έκρηξη. Σε αυτό το φόντο, μόνο η διεθνής αλληλεγγύη μπορεί να βγάλει τον Λίβανο από την τραγική του κατάσταση. Στην επίσκεψή του στη Βηρυτό, την περασμένη Πέμπτη, ο Εμανουέλ Μακρόν υποσχέθηκε ότι θα πρωτοστατήσει προς αυτή την κατεύθυνση, συνδέοντας ωστόσο τη βοήθεια με «βαθιές αλλαγές» και «μια νέα πολιτική τάξη πραγμάτων». Αρκετοί Λιβανέζοι στη χριστιανική περιοχή που επισκέφθηκε τον υποδέχθηκαν σαν Σωτήρα, αλλά σε μια χώρα με τόσο βαθιά ρήγματα και έντονα πάθη, δεν είναι βέβαιο ότι όλοι βλέπουν την παρέμβασή του με το ίδιο μάτι. Σε κάθε περίπτωση, όσο το αρχικό σοκ και η οδύνη μετασχηματίζονται σε αγανάκτηση, αυξάνονται οι πιθανότητες να ζήσει ο Λίβανος μια νέα εξέγερση, ίσως και πραγματική επανάσταση, που θα σαρώσει το υπάρχον καθεστώς. Οι πρώτες διαδηλώσεις και συγκρούσεις των τελευταίων εικοσιτετράωρων έξω από το λιβανέζικο Κοινοβούλιο είναι, πιθανότατα, μόνο η αρχή.